Εὐμολπιδῶν

Εὐμολπιδῶν
Εὐμολπίδαι
masc gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Ελευσίνα — Πόλη (25.863 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μεγαρίδος του νομού Αττικής. Βρίσκεται στο δυτικό άκρο του νομού, στην ακτή του Σαρωνικού κόλπου, σε απόσταση 24 χλμ. από την Αθήνα. Η πόλη καταλαμβάνει μεγάλο μέρος της ομώνυμης πεδιάδας (το αρχαίο Θριάσιο… …   Dictionary of Greek

  • ELEUSINIA — Inter omnia Graecorum sacra, tanta semper fuit Eleusiniorum religio, ut commune mysteriorum nomen illis veluti proprium ab Auctoribus tribuatur, ideoqueve de iis paulo fusius agendum. Eleusinia vero sic dicta sunt, ab Eleusi Atticae opp. cuius… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • εύμολπος — Μυθολογικό πρόσωπο. Θεωρείται ο ιδρυτής των Ελευσίνιων μυστηρίων. Σύμφωνα με τη μυθολογία, η Χιόνη, κόρη του Βορέα, θεού του ομώνυμου ανέμου, απέκτησε από τον Ποσειδώνα τον Ε. Επειδή όμως φοβήθηκε να το αποκαλύψει στον πατέρα της, πέταξε το παιδί …   Dictionary of Greek

  • ιεροφάντης — Ανώτατος εκκλησιαστικός άρχοντας στην αρχαία Ελλάδα, ο οποίος γνώριζε όλα τα σχετικά με τη θρησκεία ζητήματα. Ήταν ο ιερατικός άρχοντας στη λατρεία των Ελευσίνιων μυστηρίων και ανήκε πάντα στο γένος των Ευμολπιδών. * * * ὁ (Α ἱεροφάντης και ιων.… …   Dictionary of Greek

  • κήρυκας — ο (ΑΜ κήρυξ και κήρυξ, υκος, Α αιολ. τ. κᾱρυξ, ὁ και σπαν. ἡ) 1. αυτός που κηρύσσει κάτι μεγαλοφώνως στο πλήθος, διαλαλητής, ντελάλης («κήρυκες, Διὸς ἄγγελοι ἠδὲ καὶ ἀνδρῶν», Ομ. Ιλ.) 2. αυτός που διδάσκει ή μεταδίδει με προφορικό ή γραπτό λόγο… …   Dictionary of Greek

  • τιμόθεος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ποιητής και μουσικός από τη Μίλητο (447 357 π.Χ.). Λέγεται πως εισήγαγε τεχνικούς νεωτερισμούς στη μουσική, αυξάνοντας τον αριθμό των χορδών στη λύρα. Απόσπασμα μιας μονωδίας του Τ. με τον τίτλο Πέρσαι βρέθηκε το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”